ΑΠΕΛΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Ερώτηση on-line

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΑΠΕΛΑΣΗ

Εκτός της δικαστικής απέλασης που μόλις εξετάσθηκε, όπως ήδη αναφέρθηκε, υπάρχει και η διοικητική απέλαση, που μάλιστα αποτελεί και το πιο σύνηθες είδος απέλασης στη χώρα μας. Η διοικητική απέλαση διατάσσεται με απόφαση του οικείου Αστυνομικού Διευθυντή, ανεξάρτητα από την ύπαρξη απόφασης ποινικού δικαστηρίου, και αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, κατά της οποίας χωρεί αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αρχικά προβλεπόταν, δυνητικά, στο Ν.1975/1991, στη συνέχεια ρυθμίστηκε από το Ν.2910/2001, ο οποίος αντικαταστάθηκε από το Ν.3386/2005, οι διατάξεις του οποίου ρυθμίζουν πλέον τα της διοικητικής απέλασης. 
Εν συνεχεία παρατίθενται οι βασικότερες διατάξεις του ανωτέρω νόμου, προς πληρέστερη ενημέρωση σχετικά με το ισχύον δίκαιο της διοικητικής απέλασης.

Άρθρο 76 «Προϋποθέσεις και διαδικασία διοικητικής απέλασης»: 1.Η διοικητική απέλαση αλλοδαπού επιτρέπεται εφόσον: α. Έχει καταδικασθεί τελεσίδικα σε ποινή στερητική της ελευθερίας τουλάχιστον ενός έτους ή, ανεξαρτήτως ποινής, για εγκλήματα προσβολής του πολιτεύματος, προδοσίας της Χώρας, εγκλήματα σχετικά με την εμπορία και διακίνηση ναρκωτικών, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες , διεθνή οικονομικά εγκλήματα, εγκλήματα με χρήση μέσων υψηλής τεχνολογίας, εγκλήματα περί το νόμισμα, εγκλήματα αντίστασης, αρπαγής ανηλίκου, κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, κλοπής, απάτης, υπεξαίρεσης, εκβίασης, τοκογλυφίας, του νόμου περί μεσαζόντων, πλαστογραφίας, ψευδούς βεβαίωσης, συκοφαντικής δυσφήμισης, λαθρεμπορίας, για εγκλήματα που αφορούν τα όπλα, αρχαιότητες, την προώθηση λαθρομεταναστών στο εσωτερικό τηχ Χώρας ή τη διευκόλυνση της μεταφοράς ή προώθησής τους ή της εξασφάλισης καταλύματος σε αυτούς για απόκρυψη και εφόσον η απέλαση του δεν διατάχθηκε από το αρμόδιο δικαστήριο. β. Έχει παραβιάσει τις διατάξεις του νόμου αυτού. γ. Η παρουσία του στο ελληνικό έδαφος είναι επικίνδυνη για τη δημόσια τάξη ή ασφάλεια της Χώρας. δ. Η παρουσία του στο ελληνικό έδαφος είναι επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία και αρνείται να συμμορφωθεί προς τα μέτρα που καθορίζονται από τις ιατρικές αρχές για την προστασία της, αν και του έχει παρασχεθεί η απαραίτητη πληροφόρηση. 
2. Η απέλαση διατάσσεται με απόφαση του οικείου Αστυνομικού Διευθυντή και, προκειμένου περί Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, από τον αρμόδιο για θέματα αλλοδαπών Αστυνομικό Διευθυντή ή ανώτερο Αξιωματικό, που ορίζεται από τον οικείο Γενικό Αστυνομικό Διευθυντή, αφού προηγουμένως δοθεί στον αλλοδαπό προθεσμία τουλάχιστον σαράντα οκτώ ωρών για να υποβάλει τις αντιρρήσεις του.
3.Εφόσον ο αλλοδαπός, εκ των εν γένει περιστάσεων, κρίνεται ύποπτος φυγής ή επικίνυνος για τη δημόσια τάξη, με απόφαση των οργάνων της προηγούμενης παραγράφου, διατάσσεται η προσωρινή κράτηση του μέχρι την έκδοση, εντός τριών ημερών, απόφασης ως προς την απέλαση του. Εφόσον εκδοθεί απόφαση απέλασης, η κράτηση συνεχίζεται ως την εκτέλεση της απέλασης, σε καμία όμως περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες. Ο αλλοδαπός πρέπει να πληροφορείται στη γλώσσα που κατανοεί τους λόγους της κράτησής του και να διευκολύνεται η επικοινωνία με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του. Ο αλλοδαπός που κρατείται, παράλληλα με τα δικαιώματα που έχει σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, μπορεί να υποβάλει και αντιρρήσεις κατά της απόφασης κράτησής του ενώπιον του προέδρου ή του υπ’αυτού οριζόμενου πρωτοδίκη του διοικητικού πρωτοδικείου, στην Περιφέρεια του οποίου κρατείται.
4.Σε περίπτωση που ο προς απέλαση αλλοδαπός δεν κρίνεται ύποπτος φυγής ή επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη ή ο πρόεδρος του διοικητικού πρωτοδικείου διαφωνεί ως προς την κράτηση του, με την ίδια απόφαση τάσσεται σε αυτόν προθεσμία προς αναχώρηση, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα ημέρες.
5.Η κατά τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου αυτού απόφαση μπορεί να ανακληθεί ύστερα από αίτηση των διαδίκων, αν η αίτηση ανάκλησης στηρίζεται σε νέα στοιχεία, κατ’ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 205 παρ.6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας(ν.2717/1999)

Άρθρο 77 «Προσφυγή κατά της διοικητικής απέλασης» : Κατά της απόφασης απέλασης δικαιούται ο αλλοδαπός να προσφύγει μέσα σε προθεσμία πέντε ημερών από την κοινοποίησή της στον Υπουργό Δημόσιας Τάξης ή στο εξουσιοδοτημένο από αυτόν όργανο. Η σχετική απόφαση εκδίδεται μέσα σε τρεις εργάσιμες ημέρες από την άσκηση της προσφυγής. Η άσκηση προσφυγής συνεπάγεται την αναστολή εκτέλεσης της απόφασης.Σε περίπτωση κατά την οποία με την απόφαση απέλασης έχει διαταχθεί και η κράτηση, η αναστολή αφορά μόνο την απέλαση.
Άρθρο 78 «Αναστολή απέλασης»: Αν δεν είναι εφικτή η άμεση απέλαση του αλλοδαπού από τη Χώρα γαι λόγους ανωτέρας βίας, ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης ή το εξουσιοδοτημένο όργανο μπορεί, με απόφαση του, να αναστείλει την εκτέλεση της απόφασης απέλασης. Με όμοια απόφαση επιβάλλονται στον αλλοδαπό περιοριστικοί όροι.
Άρθρο 79 «Προστασία από την απέλαση»: 1.Προστασία από την απέλαση, εφόσον ο αλλοδαπός: α.Είναι ανήλικος και οι γονείς ή τα πρόσωπα που έχουν την επιμέλεια του διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα. β.Είναι γονέας ημεδαπού ανηλίκου και έχει την επιμέλεια ή έχει υποχρέωση διατροφής, την οποία εκπληρώνει. γ. Έχει υπερβεί το 80ό έτος της ηλικίας του. δ.Έχει αναγνωριστεί ως πρόσφυγας ή έχει ζητήσει την παροχή ασύλου, υπό την επιφύλαξη των άρθρων 32 και 33 της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. ε. Είναι ανήλικος στον οποίο έχουν επιβληθεί αναμορφωτικά μέτρα με απόφαση του Δικαστηρίου Ανηλίκων.
Στην απαγόρευση της απέλασης περιλαμβάνονται και οι έγκυες γυναίκες κατά τη διάρκεια της κύησης και για έξι μήνες μετά τον τοκετό.
2.Δεν απαγορεύεται η απέλαση στις περιπτώσεις β’ και γ’ της προηγούμενης παραγράφου, όταν ο αλλοδαπός είανι επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη ή την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία.

Άρθρο 80 «Δαπάνες απέλασης»: 1.Η δαπάνη απέλασης και τα έξοδα διάτροφης καταλογίζονται στον αλλοδαπό.Αν ο αλλοδαπός δεν διαθέτει το αναγκαιο χρηματικό ποσό, τούτο καταβάλλεται από το Δημόσιο κατά το μέρος που δεν καλύπτεται από τον υπόχρεο.Το καταβαλλόμενο από το δημόσιο ποσό βεβαιώνεται ως δημόσιο έσοδο και εισπράτεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.).
2.Αν η είσοδος ή η διαμονή του αλλοδαπού έχει επιτραπεί με κατάθεση εγγυητικής επιστολής από τρίτο πρόσωπο, τα έξοδα απέλασης, συμπερολαμβανομένης και της δαπάνης διατροφής, βαρύνουν εις ολόκληρον τον αλλοδαπό και το πρόσωπο που έχει καταθέσει την εγγυητική επιστολή.Αν αυτοί αρνούνται την καταβολή τους, τότε η εγγυητική εοιστολή καταπίπτει, ύστερα από έγγραφη παραγγελία της αρμόδιας για την απέλαση αρχής.
3.Εργοδότης, ο οποίος απασχολεί αλλοδαπό χωρίς την απαιτο΄ύμενη άδεια διαμονής, βαρύνεται με τη δαπάνη απέλασης και τα έξοδα διατροφής του.
4.Αν ο αλλοδαπός αρνείται να επιβιβαστεί στο μεταφορικό μέσο, προκειμένου να απομακρυνθεί από τη Χώρα, η απομάκρυνση του μπορεί να πραγματοποιηθεί με συνοδεία αστυνομικής δύναμης μέχρι τη χώρα προορισμού του, ύστερα από απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και εφόσον εξασφαλίζονται όλα τα εχέγγυα ασφαλούς μετάβασης, διαμονής και επιστροφής των συνοδών αστυνομικών.Η ρύθμιση αυτή εφαρμόζεται και για την περίπτωση άρνησης επιβίβασης, όταν συντρέχει απαγόρευση εισόδου, κατά τις προβλέψεις του άρθρου 8 του νόμου αυτού.

Άρθρο 81 «Ειδικοί χώροι παραμονής αλλοδαπών»: 1. Ο αλλοδαπός, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 76 του νόμου αυτού, κρατείται στην οικεία αστυνομική αρχή. Μέχρις ότου ολοκληρωθούν οι διαδικασίες απέλασής του παραμένει σε ειδικούς χώρους, οι οποίοι ιδρύονται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών,Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Δημόσιας Τάξης. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι προδιαγραφές και οι όροι λειτουργίας των χώρων αυτών.
2.Την ευθύνη της φύλαξης των ειδικών χώρων παραμονής έχει η Ελληνική Αστυνομία.

Άρθρο 82 «Ανεπιθύμητοι αλλοδαποί»: 1.Το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης τηρεί κατάλογο ανεπιθύμητων αλλοδαπών.Τα κριτήρια και η διαδικασία εγγραφής αλλοδαπών από τον κατάλογο αυτόν καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών,Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντωσης, Εξωτερικών, Έθνικης Άμυνας, Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης.
2.Αλλοδαπός που βρίσκεται στο εληνικό έδαφος είναι υποχρεομένος να εγκαταλείψει τη χώρα, αφότου εγγραφεί στον κατάλογο ανεπιθυμήτων, μέσα σε προθεσμία που ορίζεται κάθε φορά από τον Υπθργό Δημόσιας Τάξης.Αν δεν συμμορφωθεί απελαύνεται.
3.Αλλοδαπός, στον οποίο δεν επιτρέπεται η είσοδος στη Χώρα, επειδή είναι εγγεγραμμένος στον κατάλογο ανεπιθύμητων αλλοδαπών, οφείλει να αναχωρήσει αμέσως, άλλως επαναπροωθείται αμέσως στη χώρα προέλευσης ή σε Τρίτη Χώρα, όπου μπορεί να επιτραπεί η είσοδος με ευθύνη και δαπάνες του ίδιου ή εκείνου που τον μετέφερε, οι οποίοι υποχρεούνται και στην καταβολή κάθε άλλης αναγκαίας δαπάνης που απαιτείται μέχρι την αναχώρηση του.Στους μεταφορείς, όταν αρνούνται την εκπλήρωση των υποχρεώσεων τους, επιβάλλεται, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, πρόστιμο τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ έως δκαπέντε (15.000) ευρώ, για κάθε μεταφερόμενο άτομο.Με την ίδια απόφαση τα χρησιμοποιηθέντα μεταφορικά μέσα φυλάσσονται και αποδίδονται σε αυτούς μετά την εκπλήρωση των ανωτέρω υποχρεώσεων και την καταβολή του επιβληθέντος προστίμου ή την προσκόμιση εγγυητικής επιστολής αναγνωρισμένης τράπεζας, που καλύπτει το ποσό των ανωτέρω υποχρεώσεων τους και του επιβληθέντος προστίμου.
4.Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή τριών χιλιάδων (3.000) έως δέκα χιλιάδων (10.000) ετρώ τιμωρείται κάθε αλλοδαπός, ο οποίος επανέρχεται παράνομα στη Χώρα και είναι καταχωρημένος στον κατάλογο των ανεπιθύμητων αλλοδαπών.Η άσκηση ένδικων μέσων δεν έχει ανασταλτικά αποτελέσματα.
5.Με απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης καθορίζεται η ειδικότερη διαδικασία για την εκτέλεση των αποφάσεων απέλασης, που εκδόδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, καθώς και εκείνων που διατάσσονται με αποφάσεις ποινικών
 δικαστηρίων, σύμφωνα με τα άρθρα 74 και 99 του Ποινικού Κώδικα.
Η ακυρωτική διαφορά που γεννάται από την προσβολή της ατομικής διοικητικής πράξης της απελάσεως αποτελεί αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου κατά παρ.1 στ’ Ν.3068/2002
Βάσει, λοιπόν, των διατάξεων αυτών γίνεται κατανοητό ότι ο νομοθέτης προσπάθησε να ρυθμίσει με τον πληρέστερο και καλύτερο δυνατό τρόπο τους όρους και τη διαδικασία της διοικητικής απέλασης, αφού πλέον πρόκειται για ένα σύνηθες φαινόμενο για την ελληνική κοινωνία και τη Διοίκηση, με πλειάδα περιπτώσεων που μπορούν να οδηγήσουν σε αυτή την μορφή απέλασης. Αυτό το τελευταίο ενισχύεται και από τη γενικότητα ενίοτε του ίδιου του νόμου κατά την πρόβλεψη των προϋποθέσεων του διοικητικού αυτού μέτρου, όπως όταν στο α.76 του ν.3386/2005 περ.1.β’ προβλέπεται ως λόγος απελάσεως ότι «’Εχει παραβιάσει τις διατάξεις του νόμου αυτού», καθώς ευκόλως γίνεται αντιληπτό ότι πρόκειται γαι υπερβολικά ευρεία προϋπόθεση, αφού και η παραμικρή παραβίαση μπορεί να οδηγήσει σε απέλαση.
Σχετική, επίσης, είναι η διάταξη του ΠΚ 187Β παρ.4 κατά την οποία «Η απέλαση αλλοδαπών που βρίσκονται παράνομα στη χώρα και καταγγέλουν αξιόποινες πράξεις που τελέσθηκαν από εγκληματική οργάνωση του 187ΠΚ μπορεί, με διάταξη του εισαγγελέα πλημμελειοδικών και έγκριση του εισαγγελέα εφετών, να αναστέλλεται μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση για τις πράξεις που καταγγέλθηκαν. Όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή της απέλασης χορηγείται στουσς αλλοδαπούς άδεια παραμονής κατά παρέκκλιση από την ισχύουσα νομοθεσία περί αλλοδαπών.» 
Η απέλαση του αλλοδαπού ενδέχεται να θίγει συγκεκριμένα προστατευτέα ανθρώπινα δικαιώματα του, όπως π.χ. το δικαίωμα για οικογενειακή ζωή (άρθρο 8 Ε.Σ.Δ.Α), και με απόρριψη του κατά α.53επ.ν.3386/2005 αιτήματος για οικογενειακή επανένωση. Πεδίο εφαρμογής εν προκειμένω, όμως, μπορεί να έχει η παρ.2 του α.8 Ε.Σ.Δ.Α που ανέχεται υπό προϋποθέσεις την προβολή ενός τέτοιου δικαιώματος, ειδικότερα,δε, κατά την διάταξη αυτή «δεν επιτρέπεται να υπάρξει επέμβασις δημοσίας Αρχής εν τη ασκήσει του δικαιώματος τούτου, εκτός εαν η επέμβασις αυτή προβλέπεται υπό του νόμου και αποτελεί μέτρον το οποίον, εις μια δημοκρατική κοινωνίαν, είναι αναγκαίο διά την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την οικονομικήν ευημερίαν της χώρας, την προάσπισιν της τάξεως και την πρόληψιν ποινικών παραβάσεων, την προστασίαν της υγείας ή της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων».
Εγγυήσεις για τη διοικητική απέλαση αλλοδαπού που διαμένει νομίμως στην επικράτεια ενός κράτους παρέχει το υπ’αριθμ.7 Πρωτόκολλο της Σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του Ανθρώπου των Θεμελιωδών Ελευθεριών, που κυρώθηκε με το Ν.1705/87. Σύμφωνα με το α.1 παρ.1 του νόμου αυτού εξασφαλίζεται στον υπό απέλαση αλλοδαπό η δυνατότητα να προτείνει επιχειρήματα κατά της απέλασης, να τύχει η υπόθεσή του επανεξέτασης και να εκπροσωπείται ενώπιον της αρμόδιας αρχής.Η ελληνική έννομη τάξη, όπως είδαμε, συμμορφώνεται με τις επιταγές αυτές στο μέτρο που παρέχει δικαίωμα προσφυγής κατά της απόφασης για απέλαση στο Γενικό Γραμματέα της περιφέρειας.
Το γεγονός ότι η διοικητική απέλαση επιβάλεται πολύ πιο συχνά από το μέτρο ασφαλείας της δικαστικής απέλασης καταδεικνύεται και από τα στοιχεία της ελληνικής αστυνομικής στατιστικής υπηρεσίας της τελευταίας περίπου εικοσαετίας.
Ένα πρώτο σαφές συμπέρασμα είναι ότι η πραγματικότητα στην ελληνική κοινωνία όσον αφορά τους αλλοδαπούς είναι ότι τα πράγματα αλλάζουν άρδην κατά την δεκαετία του 90’ με την αθρόα είσοδο στην Ελλάδα αλλοδαπών μεταναστών, κάτι που φαίνεται και από την εντυπωσιακή αύξηση του αριθμού των συλληφθέντων αλλοδαπών (έκτη στήλη στον παραπάνω πίνακα). Πολύ μεγάλη αύξηση όλων των στοιχείων παρατηρείται κατά τα έτη 1991 έως 1997 ενώ σημαντική πτώση έχουμε από το 2001 και μετά. Πάντως, σε όλα τα έτη, η απέλαση διατάσσεται πολύ συχνότερα για όλους τους άλλους λόγους(παράνομη παραμονή,παράνομη εργασία και άλλοι) παρά εξαιτίας ποινικών αδικημάτων.

ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ

Αλλοδαπός ο οποίος εισήλθε μεν νομίμως παραμένει όμως στην Ελλάδα και μετά τη λήξη του χρόνου για τον οποίο έλαβε άδεια παραονής, οφείλει να εγκαταλείψει αμέσως τη χώρα, η δε Διοίκηση υποχρεούται να τον απελάσει, χωρίς να απαιτούνται ειδικότεροι λόγοι δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος, και άσχετα με οποιαδήποτε συμπεριφορά του, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή η υποχρέωση απελάσεως υπαγορεύεται από λόγους δημόσιας τάξης (άρθρα 12, 19, 27 παρ.1 περ.β΄Ν 1975/1991).ΣτΕ 310-311/2000 ΔιΔικ 2000, 1160.

Σε περίπτωση απομακρύνσεως από τη χώρα αλλοδαπού μέλους οικογένειας ημεδαπού,μετά τη λήξη της άδειας παραμονής του, καθώς επίσης και αλλοδαπού συχύγου Έλληνα πολίτη, μετά τη λύση του γάμου με διαζύγιο, η Διοίκηση οφείλει, κατά την άσκηση της σχετικής διακριτικής της ευχέρειας, να λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, τη διάρκεια παραμονής του αλλοδαπού στην Ελλάδα με νόμιμη άδεια, τους τυχον ιδιαίτερους δεσμούς που τον συνδέουν με τη χώρα και τους τυχόν συγκεκριμένους λόγους δημοσίου συμφέροντος που δεν επιτρέπουν την παραμονή του στη χώρα.Προκειμένου, μάλιστα περί αλλοδαπών μελών οικογενειών ημεδαπών, τούτο είναι σύμφωνο και με το περί προστασίας της οικογενειακής ζωής άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, στο πεδίο εφαρμογής του οποίου εμπίπτουν οι σχέσεις μεταξύ ενηλίκων, εάν αποδεικνύεται η ύπαρξη συμπληρωματικών στοιχείων εξάρτησης πέραν από τους συνήθεις συναισθηματικούς δεσμούς.ΣτΕ 2165/2003 ΝοΒ 2004, 512 (περιλ.), ΕΕΝ 2004,878, ΕΔΔΔ 2004, 892 (περιλ.).

Στις περιπτώσεις διοικητικής απέλασης, αν για οποιοδήποτε λόγο δεν είναι δυνατή η απέλαση η άμεση απέλαση του αλλοδαπού, ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης μπορεί μέχρι να αρθούν τα κωλύματα, να επιτρέψει με απόφαση του την προσωρινή παραμονή στη χώρα του αλλοδαπού και να επιβάλει ταυτοχρόνως όσους περιοριστικούς όρους κρίνει αναγκαίους. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση κατά την οποία διατάχθηκε με βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου υπό τον όρο της ανάκλησης απόλυση του αλλοδαπού καταδίκου, οπότε εξακολουθεί κρατούμενος στη φυλακή μέχρις ότου πραγματοποιηθεί η απέλασή του. ΣυμβΠλημΛαρ 543/2003 Δικογρ 2003,491.

Η παράλειψη της κλήσεως του αιτούντος προς διατύπωση αντιρρήσεων κατά της έκδοσης αποφάσεως διατασσούσης την απέλαση του δεν καλύπτεται, ενόψει του άρθρου 6 παρ.4 του Ν 2690/1999, με την άσκηση εκ μέρους του προσφυγής κατά της αποφάσεως περί απελάσεώς του.ΣτΕ 2640/2001 ΕλΔ 2003, 10(38)(περιλ.), ΝοΒ 2003,143(περιλ.).

Ο υπό απέλαση αλλοδαπός πρέπει αναγκαίως να καλείται προηγουμένως να εκθέτει τις απόψεις του, τούτο δε σε κάθε περίπτωση, ασχέτως δηλαδή του εαν έχει τυχόν εκ του νόμου τη δυνατότητα να προσφύγει με ουσιαστική διοικητική προσφυγή κατά της πράξεως απελάσεως του.ΣτΕ 380/2002 ΕλΔ 2003,1038(περιλ.),ΝοΒ 2003,143(περιλ.).

Εφόσον ο αιτών ήταν ενήλικος κατά τον χρόνο εκδόσεως της πράξης απέλασης και σταθμιζόμενης και της βαρύτητας των λόγων για τους οποίους αποφασίσθηκε η απέλασή του, είναι απορριπτέοι οι ισχυρισμοί περί παραβάσεως των περί προστασίας της οικογενειακής ζωής άρθρων 9 του Συντάγματος και 8 της ΕΣΔΑ, ως εκ του ότι η απέλασή του συνεπάγεται τον αποχωρισμό του από τη μητέρα και τη μικρή αφερφή του.ΣτΕ 2119/2003 ΝοΒ 2004,1936 (περιλ.)

Ο προσφεύγων, που ήταν Ιρακινός υπηκόος,διέμενε από το 1987 στη Δανία και ήταν παντρεμένος με Δανέζα με την οποία είχε αποκτήσει δύο τέκνα, καταδικάσθηκε το 1997 για παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και του επιβλήθηκε το μέτρο της απέλασης εφ’όρου ζωής στη χώρα κατάγωγής του. Η αίτησή του για αναθεώρηση της εν λόγω απόφασης δεν έγινε δεκτή και το ΕΔΔΑ θεώρησε ότι η επιβολή του μέτρου της απέλασης ήταν δυσανάλογη προς τον επιδιωκόμενο σκοπό, διότι θα είχε ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση του προσφεύγοντος από την οικογένεια του και δέχθηκε παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ. ΕΔΔΑ απόφ.της 11.7.2002,υποθ.Amrollahi κατά Δανίας ΕΕΕυρΔ 2004,594(περιλ.).

Νομίμως εκδίδεται απόφαση απελάσεως σε βάρος αλλοδαπού ή αλλοδαπής, που έχει συνάψει γάμο με Ελληνίδα ή Έλληνα, όταν διαπιστώνεται ότι παραμένει στη χώρα, ενώ έχει λήξει ο χρόνος για τον οποίο έχει τυχόν χορηγηθεί άδεια παραμονής, χωρίς να έχει υποβάλει αίτημα για ανανέωση αυτής. Το αίτημα αυτό δεν μπορεί να υποβληθεί με την προσφυγή του άρθρου 27 παρ.4 του Ν 1975/1991, διότι τούτο θα είχε ως συνέπεια την παραμονή στη χώρα των ανωτέρω αλλοδαπών χωρίς νόμιμη άδεια(μειοψ.). ΣτΕ 3072/1999 ΕΔΔΔ 2002,372(περιλ.),ΕλΔ 2002,1110(περιλ.).

Εφόσον η απέλαση του αιτούντος διατάσσεται διότι: α)παραμένει στην Ελλάδα χωρίς να πληροί τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες επιτρέπεται, κατά τον Ν 1975/1991, η παραμονή αλλοδαπών στη χώρα και β) έχει καταδικασθεί από ελληνικό ποινικό δικαστήριο σε ποινή φυλακίσεως, για αδίκημα αναγόμενο στην γνησιότητα εγγράφων, τα οποία χρησιμοποίησε για να του χορηγηθεί προξενική θεώρηση παλιννοστήσεως και να αναγνωρισθεί ως Έλληνας υπήκοος, τα πραγματικά αυτά περιστατικά συνιστούν αυτοτελή αιτιολογικά ερείσματα της πράξεως απελάσεως, τα οποία αρκούν για να θεωρηθεί η πράξη αυτή ως νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη. Το γεγονός δε και μόνον ότι στην πράξη απελάσεως γίνεται επίσης μνεία του εκδοθέντος από τις γεωργιανές αρχές διεθνούς εντάλματος συλλήψεως του αιτούντος για τα αδικήματα της συνέργειας σε ανθρωποκτονία και της παράνομης οπλοκατοχής και οπλοχρησίας δεν αρκεί, έστω και αν ο Άρειος Πάγος είχε προηγουμένως γνωμοδοτήσει κατά της εκδόσεως του αιτούντος στη Γεωργία, για να καταστήσει πλημμελή την αιτιολογία της πράξεως, δεδομένου μάλιστα ότι: α) ο Άρειος Πάγος απεφάνθη κατά της εκδόσεως του αιτούντος απλώς και μόνο επειδή πιθανολογήθηκε, ότι ενδέχεται να διωχθεί στη Γεωργία για αδίκημα διαφορετικό από εκείνα για τα οποία είχε υποβληθεί το αίτημα εκδόσεως, απέρριψε δε τους ισχυρισμούς του ότι η έκδοση του ζητείται για «πολιτικούς λόγους», και β) εάν η απέλαση έχει ενδεχομένως ως απώτερη συνέπεια, να συλληφθεί και να δικασθεί ο αιτών από τις γεωργιανές αρχές για τις ανωτέρω πράξεις, τούτο θα χωρήσει, υπό τις εγγυήσεις των άρθρων 3 και 6 των ΕΣΔΑ, στην οποία έχει προσχωρήσει η Γεωργία και στην οποία έχει καταργηθεί η θανατική ποινή. ΣτΕ 2519/2000 ΕΔΔΔ 2001,75, ΕΔΔΔ 2002,275 (σημ.Α.Παπακωνσταντίνου)

Πριν από την έκδοση πράξεως περί απελάσεως, η Διοίκηση υποχρεούται κατ’εφαρμογή των άρθρων 20 παρ.2 του Σ και 6 παρ.1,2 και 4 του ΚΔΔιαδ (Ν 2690/1999) να καλέσει τον προς απέλαση αλλοδαπό να εκθέσει τις απόψεις του εν σχέσει προς την επικείμενη λήψη του δυσμενούς γι’αυτόν μέτρου της απελάσεως. Η παράλειψη εκπληρώσεως της υποχρέωσης αυτής δεν θεωρείται ότι καλύφθηκε από το γεγονός ότι ο απελαθείς ήσκησε την κατ΄άρθρον 27 παρ.4 του Ν1975/1991 ενδικοφανή προσφυγή κατά της πράξεως με την οποία απελάθηκε. ΣτΕ 4041/2001 Συνήγορος 2002,185.

Η διοικητική απέλαση μπορεί να εκτελεσθεί μόνο μετά την πάροδο λευκού του χρόνου δοκιμασίας του απολυθέντος υπό όρο αλλοδαπού. Έτσι, η Διοίκηση δεν δικαιούται να διατάξει απέλαση πριν από την πάροδο αυτού του χρόνου διότι: α) ο απολυόμενος υπό όρο δεν επιτρέπεται κατά το στάδιο της δοκιμασίας να εξέλθει της χώρας, β)η έξοδος από την χώρα ματαιώνει την προστατευτική επίβλεψη της υπό όρους απόλυσης, γ) η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα επιβάλλεται επιπλέον όταν στον απολυθέντα έχουν επιβληθεί υποχρεώσεις ως προς τον τρόπο ζωής και τον τόπο διαμονής του, δ)ενδεχόμενη διοικητική απέλαση θα προσέκρουε στη συνταγματική διάκριση των εξουσιών. ΓνωμΕισΑπ 4/2002 ποινΔικ 2002,613.